- λατιτουδινάριοι
- οιαγγλικανοί κληρικοί τού 17ου αιώνα τών οποίων οι δοξασίες χαρακτηρίζονταν ως ανορθόδοξες ή ετερόδοξες και οι οποίοι βασίζονταν στο λογικό για να θεμελιώσουν το ηθικό κύρος τών χριστιανικών δογμάτων και όχι σε επιχειρήματα από την παράδοση.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. latitudinarians < λατ. latitudo, -inis «εύρος» + κατάλ. -arian].
Dictionary of Greek. 2013.